Το όνομα Κορφού ή Κορυφώ προέρχεται από το "πόλεις των κορυφών" από τις δύο ακροπόλεις που υπάρχουν στη χώρα. Επειδή το σχήμα του νησιού μοιάζει με δρεπάνι μια αρχαία της ονομασία ήταν Δρέπανον ενώ άλλα ονόματα που αναφέρονται είναι Μακρύα (πάλι από το σχήμα της), Κασσιωπία, Κεραίνα, Άρπη και Σχερία όπως αναφέρεται στον Όμηρο. Η μυθολογία λεει πώς το νησί πήρε το όνομά του από τη νύμφη Κέρκυρα, που την έφερε εκεί ο Ποσειδώνας. Ο καρπός του έρωτα του θεού με τη νύμφη ήταν ο Φαίακας, πρόγονος των αρχαίων Φαιάκων, λαός που φέρεται - σύμφωνα με τον Όμηρο - να φιλοξένησε τον Οδυσσέα λίγο πριν φτάσει στην Ιθάκη. Ο γνωστός ομηρικός ήρωας μετά από πολλές περιπέτειες φτάνει εξαντλημένος στο νησί όπου τον βρίσκει η Ναυσικά - κόρη του βασιλιά των Φαιάκων Αλκίνοου - και τον πάει στο πλούσιο ανάκτορο του πατέρα της όπου θα του προσφερθεί η δέουσα φιλοξενία και οι τιμές που αρμόζουν στους ξένους. Οι μυθικοί αυτοί πρόγονοι των σημερινών Κερκυραίων παρουσιάζονται στα έπη του Ομήρου ως δημιουργοί ενός μεγάλου τεχνολογικά πολιτισμού με άριστα εξοπλισμένο στόλο και δημοκρατικά οργανωμένη κοινωνία ενώ εξαίρεται επίσης και η πολιτιστική τους ανάπτυξη, η παρουσία του όμως μέχρι σήμερα δεν έχει επιβεβαιωθεί από την αρχαιολογική σκαπάνη. Αντίθετα, υπάρχουν ευρήματα που φανερώνουν την ύπαρξη κατοίκων από την παλαιολιθική εποχή (Άγιος Ματθαίος) και την νεολιθική περίοδο (Σιδάρι) αλλά και από την εποχή του Χαλκού (Κεφάλι, Αμφίωνες Έρμωνες).
Οι πρώτοι Έλληνες που έφτασαν στο νησί ήταν οι Ερετριείς από την Εύβοια (775-750 π.Χ.). Στη συνέχεια αποικίστηκε από τους Κορινθίους (734 π.Χ.) που έκτισαν την αρχαία πόλη και την ακρόπολη που υπάρχει στην σημερινή Ανάληψη. Γρήγορα η Κέρκυρα έγινε μεγάλη εμπορική δύναμη με ισχυρό στόλο, ίδρυσε δικές της αποικίες και απέκτησε την αυτονομία της από την Κόρινθο. Το πλούσιο νησί αποτέλεσε στα επόμενα χρόνια το μήλο της έριδος για τις δύο μεγάλες πόλεις-κράτη της εποχής, την Αθήνα και την Σπάρτη. Στη συνέχεια το νησί τέθηκε υπό την προστασία των Μακεδόνων και γνώρισε χρόνια ακμής έως ότου καταληφθεί από τον τύραννο των Συρακουσών και στη συνέχεια από το βασιλιά Πύρρο της Ηπείρου. Σύντομα όμως την χάνει και αυτός για να καταλήξει τελικά στους Ρωμαίους (229 π.Χ.). Κατά την κατοχή τους η Κέρκυρα χάνει σιγά-σιγά τη δύναμή της και τα προνόμια των πολιτών της. Στα Βυζαντινά χρόνια οι περιπέτειες της Κέρκυρας συνεχίζονται με αλλεπάλληλους κατακτητές ενώ η άμυνά της ενισχύεται με την οχύρωση της νέας πόλης με τείχη και το παλαιό φρούριο. Πλήθη βαρβάρων έκαναν συχνές επιδρομές και λεηλατούσαν το νησί. Τον 11ο αιώνα την καταλαμβάνουν οι Νορμανδοί και λίγο αργότερα επανέρχεται στα χέρια των Βυζαντινών με σύμμαχους τους Ενετούς οι οποίοι καταφέρνουν να την ξαναπάρουν υπό την κυριαρχία τους το1386. Θα παραμείνει στους Ενετούς μέχρι το 1797 αφού θα καταφέρουν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις προσπάθειες των Τούρκων να εντάξουν το νησί στην αυτοκρατορία τους καθώς και τις τοπικές εξεγέρσεις των χωρικών που εναντιώνονταν στην καταβολή των μισθωμάτων στους γαιοκτήμονες.
Το 1797 η Κέρκυρα καταλαμβάνεται από τους Γάλλους που όχι μόνο δεν ήταν οι σωτήρες που με τόσες ελπίδες περίμενε ο λαός αλλά συντήρησαν την εξουσία των ευγενών επιβάλλοντας βαριά φορολογία και αποδείχθηκαν το ίδιο βάρβαροι με τους προηγούμενους κατακτητές της, λεηλατώντας φρούρια και εκκλησίες και μεταφέροντας τα πολύτιμα λάφυρα στην πατρίδα τους. Δύο χρόνια αργότερα ο ρωσοτουρκικός στόλος καταλαμβάνει το νησί και το 1800 τα Ιόνια νησιά αναγνωρίζονται σαν ενιαίο αυτόνομο ελληνικό κράτος που είναι όμως υποτελές φόρου στην Τουρκία. Αυτό ήταν και ο πυρήνας απ’ όπου ξεκίνησε η αναγέννηση του Ελληνικού Έθνους. Αυτή η βραχύχρονη αυτοτέλεια διακόπηκε το 1806 όταν οι Γάλλοι επανέρχονται στο νησί, αυτή τη φορά δημιουργώντας και όχι καταστρέφοντας. Χτίζονται νέα οχυρά, η πόλη καλλωπίζεται με πράσινο και επιβλητικά, κομψά οικοδομήματα. Δίνεται έμφαση στην γεωργία καθώς και στην πρόοδο της παιδείας με την ίδρυση το 1808 της Ιονίου Ακαδημίας με την ανεκτίμητη προσφορά στα ελληνικά γράμματα. Μέσα στη δίνη της αγγλογαλλικής διαμάχης και μετά την πτώση του Ναπολέοντα η Κέρκυρα μαζί με τα υπόλοιπα νησιά του Ιονίου περνάει στα χέρια των Άγγλων το 1814 οι οποίοι μόνο προστάτες δεν υπήρξαν για τους ντόπιους, αφού ήταν σκληροί με τους ενάντιους στο καθεστώς και ανελέητοι με το απελευθερωτικό κίνημα των Ελλήνων το 1821 καθώς και με την ένωση των Ιονίων νήσων με το νεοσύστατο ελληνικό κράτος στη συνέχεια. Η Βρετανική κατοχή όμως είχε και θετικά στοιχεία, όπως την ανάπτυξη της οικονομίας και την κατασκευή έργων κοινής ωφέλειας, ενώ δόθηκε νέα πνοή στα ελληνικά γράμματα με την καθιέρωση της ελληνικής ως επίσημη γλώσσα και την ίδρυση το 1824 μιας νέας Ιονίου Ακαδημίας, που αποτελεί το πρώτο Ελληνικό Πανεπιστήμιο από το οποίο αναδείχθηκαν μερικές από τις σημαντικότερες πνευματικές μορφές του τόπου, όπως ο Ανδρέας Κάλβος, ο Πέτρος Βραΐλας κ.ά.
Παράλληλη άνθηση είχε και η τέχνη με την ίδρυση το 1815 της πρώτης στην Ελλάδα σχολής καλών τεχνών από τον διάσημο Παύλο Προσαλέντη, αλλά και με την ίδρυση μουσικών εταιριών, θεάτρων και λυρικών σκηνών. Το 1864 τα νησιά δόθηκαν "δώρο" στον νεοδιορισθέντα βασιλιά της Ελλάδας Γεώργιο Α΄ από τις προστάτιδες δυνάμεις. Μετά την ένωσή της με την Ελλάδα η Κέρκυρα χάνει την πνευματική της πρωτοπορία ενώ η οικονομία γνωρίζει καινούργια άνθηση μπροστά στη μεγάλη αγορά που δημιουργείται. Ο γεωργικός τομέας εκσυγχρονίζεται και τονώνει και την βιομηχανική παραγωγή. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τα συμμαχικά στρατεύματα κατέλαβαν την Κέρκυρα και την χρησιμοποίησαν ως βάση μέχρι το τέλος του πολέμου. Στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο η Κέρκυρα γνώρισε πρώτα την Ιταλική και στη συνέχεια την Γερμανική κατοχή που στο διάβα της έκαψε και κατέστρεψε σπίτια, ιστορικά και αρχιτεκτονικά μνημεία, ανεκτίμητους πολιτιστικούς θησαυρούς που μετατράπηκαν σε ερείπια. Το 1944 γίνεται πάλι ελληνικό έδαφος και οι κάτοικοι με επιμονή και αγάπη για το νησί κατάφεραν να το ξαναφέρουν στην περίοπτη θέση που είχε και πριν κάνοντάς το από τα πιο ξακουστά κοσμοπολίτικα θέρετρα της Μεσογείου.